- κοπιράιτ
- (copyright). Όρος, με τον οποίο υποδηλώνεται, στο αγγλοσαξονικό δίκαιο, το δικαίωμα οικονομικής εκμετάλλευσης των πνευματικών έργων. Βλ. λ. ιδιοκτησία (πνευματική).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κοπιράιτ — το (λ. αγγλ.), άκλ., αποκλειστικό δικαίωμα δημοσίευσης και ανατύπωσης έργου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)